Το σπήλαιο Αλεπότρυπα βρίσκεται στον κόλπο του Διρού, 220 μ. ανατολικά του σπηλαίου ''Γλυφάδα'' και περίπου 20 μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας.
Εντοπίστηκε τυχαία από το ζεύγος Πετροχείλου το 1958 και είναι από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα σπήλαια του Διρού αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Μάνης. Είναι μεγάλο επίμηκες σπήλαιο με ευρύχωρες αίθουσες και πολυδαίδαλους διαδρόμους, συνολικού μήκους 280 μ. Στο βάθος της μεγαλύτερης αίθουσας, βρίσκεται λίμνη με καθαρό πόσιμο νερό. Η ανασκαφική έρευνα στο σπήλαιο άρχισε το 1970 από τον Γ. Παπαθανασόπουλο και έφερε στο φως ευρήματα που πιστοποιούν τη χρήση του σπηλαίου από τον άνθρωπο κατά τη Νεώτερη και Τελική Νεολιθική Εποχή (έως το 3000 π.Χ., περίπου). Σε αυτά περιλαμβάνονται χρηστικά αγγεία, αποθηκευτικά πιθάρια, λίθινα και οστέινα εργαλεία, υφαντικά βάρη, κοσμήματα κλπ. Επίσης εντοπίστηκαν λιθόστρωτα δάπεδα, κυκλοτερείς εστίες και λάκκοι - αποθηκευτικοί βόθροι. Αξίζει τέλος, να σημειωθεί το πλούσιο ανθρώπινο οστεολογικό υλικό που αποκαλύφθηκε στις κόγχες κυρίως της σπηλιάς αλλά και διάσπαρτο μέσα στο σπήλαιο. Από τα παραπάνω συνάγεται η συνεχής χρήση του σπηλαίου ως κατοικία, αποθήκη αγαθών, εργαστήριο οικιακών δραστηριοτήτων και χώρος ταφής.
Στην παραλία και λίγα μέτρα πιο πάνω βρίσκεται το άλλο σπήλαιο η Αλεπότρυπα. Το στόμιο του σπηλαίου βρίσκεται λίγες δεκάδες μέτρα από τη θάλασσα. Ανακαλύφθηκε το 1958. Το έδαφος είναι κατηφορικό και μέσα στη σπηλιά δεν είναι ομαλό. Προχωράει γύρω στα 500 μέτρα σε διαφορετικά επίπεδα και σε αίθουσες με σταλαγμίτες και σταλακτίτες και με διαδρόμους από το ένα πλάτωμα στο άλλο. Η έκτασή της είναι 6.500 τ. μ., η κεντρική σπηλιά καταλήγει σε μια ωραιότατη λίμνη βάθους 6 μ. Οι χώροι χρησίμευαν ως κατοικίες στην νεότερη περίοδο της Νεολιθικής εποχής όπως φαίνεται και από τα ευρήματα. Βρέθηκαν ανθρώπινοι σκελετοί και κρανία αλλά και σκελετοί ζώων χωρίς να είναι θαμμένα. Εικάζεται ότι ξαφνικός μεγάλος σεισμός έριξε τα βράχια από την κορυφή ώστε όσοι βρισκόντουσαν μέσα να εγκλωβιστούν και να πεθάνουν χωρίς βοήθεια. Το στόμιο του σπηλαίου είχε παραμείνει κλειστό για πάνω από 45 αιώνες. Μεταξύ των ευρημάτων είναι εργαλεία, μαρμάρινα ειδώλια και αγγεία και όστρακα νεολιθικά καθώς και λίθινος πέλεκυς. Η επίσκεψή της δεν έχει επιτραπεί στο κοινό ακόμη.
Με θέα σε έναν ήσυχο ελληνικό όρμο μακριά από τη Αθήνα, η Σπηλιά της Αλεπότρυπας περιέχει λείψανα από οικισμό Λίθινης Εποχής, τάφους, μια λίμνη και μια αμφιθεατρική αίθουσα στην οποία έχουν πραγματοποιηθεί απίστευτες τελετές που έλαβαν χώρα πριν, τουλάχιστον, 5.000 χρόνια.
Όλα αυτά ήταν σφραγισμένα από τον κόσμο μέχρι τους σύγχρονους καιρούς και οι επιστήμονες μόλις τώρα αναφέρουν αυτά τα οποία παρέμειναν εκεί μέσα. «Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας νεολιθικός οικισμός σε όλην την Ευρώπη, όπως αυτός εδώ- με τόσες πολλές ταφές», λέει η αρχαιολόγος Αναστασία Παπαθανασίου από το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού, διευθύντρια της Ομάδας Έργου του σπηλαίου του Δυρού. Η ομάδα έχει αποκαλύψει μέχρι στιγμής περίπου 160 ταφές στο εσωτερικό του σπηλαίου και χρονολογούνται από 7.000 έως 5200 χρόνια πριν, όταν άρχισε να εξαπλώνεται η γεωργία στην Ευρώπη.
Ο Έλληνας αρχαιολόγος Γιώργος Παπαθανασίου, ο οποίος ήταν επικεφαλής των ανασκαφών στην τοποθεσία από την αρχή που έγινε τη δεκαετία του 1970, πιθανολογεί ότι η αρχαία ελληνική έννοια του Άδη, μία ζοφερή και ομιχλώδης κατοικία των νεκρών- μπορεί να έχει τις ρίζες της στις τελετουργίες που λάβαιναν χώρα στο σπήλαιο.
Η πρώτη εκ νέου ανακάλυψη του σπηλαίου έγινε από εντόπιους το 1958 και οι Έλληνες αξιωματούχοι του τουρισμού την είδαν ως τουριστική έλξη. Όταν οι αρχαιολόγοι συνειδητοποίησαν τι κρυβόταν εκεί, έκαναν προσπάθειες να μην ποδοπατηθεί ο χώρος από τους τουρίστες. Κατά τα επόμενα χρόνια το σπήλαιο του Δυρού θα χαρτογραφηθεί σε όλη την έκτασή του καθώς και ο χώρος του οικισμού της Λίθινης Εποχής, γύρω από τον κόλπο.